Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Καθημερινής» το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ετοιμάζει, τη χωροθέτηση 6 μονάδων καύσης σε περιοχές που ήδη διαθέτουν υποδομές διαχείρισης απορριμμάτων ή βρίσκονται κοντά σε μεγάλες αστικές συγκεντρώσεις.
Οι μονάδες θα κατασκευαστούν στις εξής έξι περιοχές, καλύπτοντας γεωγραφικά ολόκληρη τη χώρα:
- Ροδόπη – Θα καλύπτει την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με δυναμικότητα 62.000 τόνων ετησίως.
- Κοζάνη – Θα εξυπηρετεί τις περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας, Ηπείρου, Θεσσαλίας και την Κέρκυρα. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μονάδα, με δυναμικότητα 288.000 τόνων.
- Κεντρική Πελοπόννησος – Θα εγκατασταθεί σε μία από τις περιφερειακές ενότητες Αρκαδίας, Ηλείας ή Αχαΐας και θα καλύπτει τη Δυτική Ελλάδα, την Πελοπόννησο και το Ιόνιο (πλην Κέρκυρας), με δυναμικότητα 154.000 τόνων.
- Βοιωτία – Θα εξυπηρετεί τμήματα της Στερεάς Ελλάδας και τη Δυτική Αττική, με δυναμικότητα 186.000 τόνων.
- Αττική – Η μονάδα θα καλύπτει την υπόλοιπη Αττική, τα νησιά του Βορείου Αιγαίου και τμήμα των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων. Η ακριβής χωροθέτηση αναμένεται να ανακοινωθεί.
- Ηράκλειο Κρήτης – Θα καλύπτει όλη την Κρήτη, καθώς και τη Σαντορίνη, την Κάρπαθο και τη Ρόδο, με ετήσια δυναμικότητα 140.000 τόνων.
Οι μονάδες θα έχουν τη δυνατότητα να επεξεργάζονται υπολείμματα απόβλητα που δεν μπορούν να ανακυκλωθούν, μετατρέποντάς τα σε ενέργεια.
Οι στόχοι του σχεδίου
Το σχέδιο των μονάδων καύσης απορριμμάτων βασίζεται στους παρακάτω στρατηγικούς στόχους:
• Δραστική μείωση της ταφής απορριμμάτων, από το σημερινό 78% στο ευρωπαϊκό όριο του 10% έως το 2030.
• Ανάκτηση ενέργειας από το υπόλειμμα που δεν μπορεί να ανακυκλωθεί, μειώνοντας την εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα.
• Ενίσχυση της κυκλικής οικονομίας, σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες ΜΕΑ (Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων).
• Μείωση του κόστους μεταφοράς και διαχείρισης απορριμμάτων, ιδίως για τα νησιά και τις απομακρυσμένες περιοχές.
Οι μονάδες θα κατασκευαστούν μέσω Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) με πιθανή συγχρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και άλλους ευρωπαϊκούς πόρους. Το λειτουργικό μοντέλο θα βασίζεται στην επεξεργασία RDF/SRF (υπολειμματικών καυσίμων από απορρίμματα) και στην παραγωγή ηλεκτρικής ή και θερμικής ενέργειας.
Προβληματισμοί και αντιδράσεις
Παρότι οι μονάδες παρουσιάζονται ως λύση στο χρόνιο πρόβλημα των απορριμμάτων, η κοινωνία των πολιτών και περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν εκφράσει ανησυχίες:
• Κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία, αν δεν υπάρξουν αυστηροί περιβαλλοντικοί έλεγχοι και φίλτρα ρύπων.
• Διαφάνεια στη διαδικασία χωροθέτησης, ειδικά σε περιοχές με ιστορικό περιβαλλοντικών συγκρούσεων.
• Αποτροπή ενδεχόμενης αποθάρρυνσης της ανακύκλωσης, αν η καύση γίνει η εύκολη «λύση».
Παρά τα οφέλη, υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των μονάδων καύσης, όπως η εκπομπή ρύπων και η διαχείριση της τέφρας. Ορισμένες περιβαλλοντικές οργανώσεις και τοπικές κοινότητες εκφράζουν επιφυλάξεις, ζητώντας διαφάνεια στη διαδικασία χωροθέτησης και αυστηρούς περιβαλλοντικούς ελέγχους.
Η καύση απορριμμάτων (θερμική επεξεργασία) μπορεί να προσφέρει ενεργειακά και περιβαλλοντικά οφέλη, αλλά συνοδεύεται και από σημαντικούς κινδύνους, ιδιαίτερα όταν δεν εφαρμόζονται αυστηρές τεχνικές και περιβαλλοντικές προδιαγραφές. Οι βασικότεροι κίνδυνοι περιλαμβάνουν:
Εκπομπή ρύπων
• Διοξίνες και φουράνια: Πολύ τοξικές ενώσεις που μπορούν να εκλυθούν από την καύση πλαστικών και χλωριούχων υλικών, με μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία (καρκίνος, ενδοκρινικές διαταραχές).
• Βαρέα μέταλλα: Όπως υδράργυρος, κάδμιο, μόλυβδος – απελευθερώνονται στον αέρα ή παραμένουν στην τέφρα.
• Μικροσωματίδια (PM2.5, PM10): Εισπνεύσιμα σωματίδια που συνδέονται με καρδιοαναπνευστικά προβλήματα.
Παραγωγή τοξικής τέφρας
• Η κάτω τέφρα (στον πυθμένα) και η ιπτάμενη τέφρα (από τα φίλτρα) περιέχουν τοξικά υπολείμματα και πρέπει να διατίθενται σε ειδικούς ΧΥΤΕΑ.
• Λανθασμένη διαχείριση μπορεί να οδηγήσει σε μόλυνση υπόγειων υδάτων ή εδάφους.
Κλιματικές επιπτώσεις
• Η καύση παράγει CO₂ και άλλους αέριους ρύπους, συμβάλλοντας στην κλιματική αλλαγή.
• Αν καίγονται βιοαποδομήσιμα υλικά, τότε αυξάνεται η εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα χωρίς ενεργειακό αντιστάθμισμα.
Κίνδυνος για την ανακύκλωση
• Οι μονάδες καύσης χρειάζονται μια σταθερή ροή απορριμμάτων για να λειτουργούν αποδοτικά.
• Αυτό μπορεί να αποθαρρύνει την ανακύκλωση, καθώς οι δήμοι ενδέχεται να επιλέγουν τη φθηνότερη και πιο σταθερή λύση της καύσης, αντί της διαλογής και επεξεργασίας.
Κοινωνική αντίδραση και NIMBY
• Οι τοπικές κοινωνίες συχνά αντιδρούν στη χωροθέτηση των μονάδων, είτε λόγω φόβου για την υγεία, είτε λόγω επιβάρυνσης του περιβάλλοντος ή της υποβάθμισης του τοπίου.
• Το φαινόμενο “Not In My Back Yard” (NIMBY) είναι συχνό.
Επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία
Μελέτες δείχνουν ότι κοντά σε παλαιότερες ή ανεπαρκώς ελεγχόμενες μονάδες καύσης υπάρχουν αυξημένα περιστατικά:
• Καρκίνου
• Αναπνευστικών προβλημάτων
• Χρόνιων ασθενειών (σε παιδιά και ηλικιωμένους ιδιαίτερα)
Η πρόβλεψη του κόστους για τις μονάδες καύσης απορριμμάτων είναι ένα αμφιλεγόμενο και σύνθετο ζήτημα, καθώς περιλαμβάνει πολλές παραμέτρους, με συχνές υπερβάσεις σε προηγούμενα αντίστοιχα έργα στην Ευρώπη. Αναλυτικά:
Ποιοι είναι οι βασικοί παράγοντες κόστους;
- Κόστος κατασκευής
o Οι μονάδες καύσης είναι σύνθετα έργα υψηλής τεχνολογίας, με κόστος που κυμαίνεται από 150 έως 300 εκατ. ευρώ ανά μονάδα, ανάλογα με τη δυναμικότητα και την τεχνολογία.
o Απαιτούν ειδικές εγκαταστάσεις φιλτραρίσματος, συστήματα ασφαλείας και αντοχής σε υψηλές θερμοκρασίες. - Κόστος λειτουργίας και συντήρησης
o Περιλαμβάνει προσωπικό, ανταλλακτικά, ενέργεια και ειδική επεξεργασία της τοξικής τέφρας.
o Εκτιμάται σε 50–90 ευρώ/τόνο επεξεργασμένων απορριμμάτων. - Κόστος μεταφοράς
o Οι μονάδες συγκεντρώνουν απορρίμματα από ευρύτερες περιφέρειες, με αποτέλεσμα υψηλό κόστος μεταφοράς, ειδικά από νησιά ή απομακρυσμένες περιοχές. - Επιδότηση ή αποζημίωση ιδιωτών (ΣΔΙΤ)
o Εφόσον πρόκειται για ΣΔΙΤ, το Δημόσιο καταβάλλει εγγυημένες πληρωμές σε ιδιώτες επενδυτές, ανεξαρτήτως όγκου απορριμμάτων.
o Αυτό οδηγεί σε δεσμεύσεις πολλών δεκαετιών (20–30 χρόνια), που μπορεί να λειτουργήσουν σε βάρος της ανακύκλωσης.
Οι εκτιμήσεις σύμφωνα με την εμπειρία άλλων χωρών ανέρχονται σε ένα επιπλέον κόστος 300 ευρώ και όπως συνηθίζεται στην Ελλάδα με αντίστοιχες περιπτώσεις, δεν είναι απίθανο να τα ξεπεράσει κατά πολύ. Ο μεγάλος όμως κίνδυνος στον παράγοντα του κόστους είναι να πέσει πολύ η ποιότητα και η συχνότητα της συντήρησης και να δημιουργηθούν μεγάλα υγειονομικά και περιβαλλοντικά προβλήματα.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι από λανθασμένη πρόβλεψη κόστους;
• Υπερκοστολόγηση έργων: Σε πολλές περιπτώσεις στην Ε.Ε. (π.χ. Γαλλία, Ιταλία), το τελικό κόστος ξεπέρασε τις αρχικές προβλέψεις κατά 30–50%.
• Δέσμευση δήμων με υπέρογκες χρεώσεις αν δεν φέρνουν αρκετά απορρίμματα στις μονάδες (ρήτρες ποσότητας).
• Αδικαιολόγητη αύξηση των δημοτικών τελών για να καλυφθεί το κόστος λειτουργίας.
• Αποτροπή εναλλακτικών λύσεων: Οι μακροχρόνιες συμβάσεις οδηγούν σε εξάρτηση από την καύση και αποθαρρύνουν την επένδυση σε πρόληψη και επαναχρησιμοποίηση.
Τι πρέπει να γίνει για σωστή πρόβλεψη;
• Ανεξάρτητες οικονομοτεχνικές μελέτες, προσβάσιμες στους πολίτες και τα δημοτικά συμβούλια.
• Δημόσια διαβούλευση πριν τη λήψη αποφάσεων.
• Προβλέψεις για αύξηση της ανακύκλωσης, ώστε να μην δεσμευτούν ποσότητες που μελλοντικά δεν θα υπάρχουν.
• Ευελιξία στις συμβάσεις ώστε να αποφεύγονται ρήτρες ελάχιστης ποσότητας.